Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

άτακτος, αγριεμένος, ανεξέλεγκτος, ταραγμένος, ταραχώδης

         
riotous

         

Ερμηνεία:

Αυτός που έχει μια άτακτη, ανεξέλεγκτη, ταραγμένη ή αγριεμένη συμπεριφορά.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

'It was riotous behaviour!': Mothers' experiences of adolescents' conduct while abusing drugs. Groenewald C.Int J Ment Health Nurs. 2018 Oct;27(5):1564-1573.

The Berkeley uprisings: a study of the conditions of riotous behavior.Berns RS.Am J Psychiatry. 1967 Mar;123(9):1165-9. 

 

 



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ψυχολογία: